εἰρεσία — εἰρεσίᾱ , εἰρεσία rowing fem nom/voc/acc dual εἰρεσίᾱ , εἰρεσία rowing fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίᾳ — εἰρεσίαι , εἰρεσία rowing fem nom/voc pl εἰρεσίᾱͅ , εἰρεσία rowing fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ειρεσία — η (AM εἰρεσία) κωπηλασία αρχ. 1. ορμητική παλινδρομική κίνηση, συνεχόμενη γρήγορη κίνηση 2. το σύνολο τών κωπηλατών 3. το κουπί 4. στον πληθ. οι πάγκοι τών κωπηλατών … Dictionary of Greek
εἰρεσίας — εἰρεσίᾱς , εἰρεσία rowing fem acc pl εἰρεσίᾱς , εἰρεσία rowing fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίαι — εἰρεσία rowing fem nom/voc pl εἰρεσίᾱͅ , εἰρεσία rowing fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίαν — εἰρεσίᾱν , εἰρεσία rowing fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσιῶν — εἰρεσία rowing fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίαις — εἰρεσία rowing fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίη — εἰρεσία rowing fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίην — εἰρεσία rowing fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰρεσίης — εἰρεσία rowing fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)